ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΑΓΑΘΩΝΟΣ
Η Ιερά Μονή Αγάθωνος είναι αναµφισβήτητα γνωστή σε όλους µας. Η φήµη της δεν περιορίζεται στα όρια του νοµού Φθιώτιδας, αλλά επεκτείνεται σε όλη την ελληνική επικράτεια και σε κατοίκους του εξωτερικού. Ωστόσο, δε νωρίζουµε όλοι µας την ιστορία και την προσφορά της από την ίδρυσή της ως τις µέρες µας. Πολλοί είναι οι λόγοι που καθιστούν τη συγκεκριµένη ανδρική Μονή ως ανυπέρβλητη κοιτίδα Χριστιανισµού και Πολιτισµού. Η ιστορία της χάνεται στα βάθη των αιώνων. Όλα αυτά τα χρόνια η Μονή διαδραµατίζει ένα σηµαντικότατο ρόλο στην τοπική κοινωνία, είτε ως Ιερός τόπος λατρείας και προσευχής, είτε ως κέντρο εκπαίδευσης, είτε ως κατάλυµα ανθρώπων που ως αυτοσκοπό τους αναδεικνύουν την προσφορά στο συνάνθρωπό τους και στο ευρύτερο κοινωνικό σύνολο Στόχος µας, κατά συνέπεια, είναι η ανάδειξη και παρουσίαση όλων αυτών των στοιχείων που αποδεικνύουν την προσφορά της Ιεράς Μονής Αγάθωνος σε όλα τα επίπεδα. Επιθυµία µας είναι ο αναγνώστης να έχει την ευκαιρία να γνωρίσει τη Μονή και την ιστορία της και να κατανοήσει την αξία της. Με µία πρώτη µας επίσκεψη στη Μονή Αγάθωνος κατανοούµε ότι αυτή βρίσκεται σε µία καταπληκτική τοποθεσία, που αντικατοπτρίζει γενικά την οµορφιά του νοµού Φθιώτιδας, ενός νοµού που συνδυάζει ειδυλλιακά ορεινά, αλλά και παραλιακά τοπία.
Η Μονή βρίσκεται σε µία από τις πλαγιές της Οίτης, «σαν να είναι φωλιασµένη και να αγναντεύει την κοιλάδα του Σπερχειού». Απέχει από τη Λαµία 30 περίπου χιλιόµετρα. Η πιο κοντινή της πόλη είναι η Υπάτη, η Νέα Πάτρα των Βυζαντινών, το Πατρατζίκι της Τουρκοκρατίας.
Προκειµένου να φτάσουµε στη Μονή, µπορούµε να ακολουθήσουµε δύο δρόµους. Αφετηρία και στους δύο αποτελούν τα Λουτρά Υπάτης. Κατά την πρώτη διαδροµή θα συναντήσουµε πρώτα το χωριό Αργυροχώρι. Στη συνέχεια θα βρεθούµε στην Υπάτη. Ξεχωρίζει το µαγευτικό τοπίο, αλλά και η θέα της Υπάτης. Η περιοχή είναι σαν ένας εξώστης, όπου ο ταξιδιώτης µπορεί να θαυµάσει όλη την κοιλάδα του Σπερχειού. Στη συνέχεια συναντούµε το χωριό Καπνοχώρι. ∆ιασχίζοντας το «Εκτροφείο Θηραµάτων» της Μονής φτάνουµε στο Μοναστήρι. Ο δεύτερος δρόµος περνάει από τα χωριά Λαδικού, Βασιλικά, Συκά και οδηγεί µετά από αυτή τη µαγευτική διαδροµή στη Μονή Αγάθωνος. Όποιον και από τους δύο δρόµους κι αν ακολουθήσουµε, θα θαυµάσουµε την ανυπέρβλητη οµορφιά του τοπίου, που συμβάλει κι αυτή στη δηµιουργία της κατανυκτικής ατµόσφαιρας, που κυριαρχεί στη Μονή.
Με την είσοδό µας στη Μονή µπορούµε να παρατηρήσουµε την ιδιαίτερη αρχιτεκτονική της εξωτερικής αυλής της. Χωρίζεται σε διάφορα επίπεδα, που το καθένα έχει τη δική του οµορφιά. Στη νότια πλευρά δεσπόζει το παρεκκλήσι µε το αγίασµα των Αγίων Αναργύρων.
Εντυπωσιακός είναι, επίσης ο νότιος τοίχος µε τις ιστορικές ενθυµήσεις για τη Μονή και τις διάφορες λαϊκές απεικονίσεις. Συγκεκριµένα ο επισκέπτης µπορεί να θαυµάσει τις ζωγραφιές της «ηµέρας- ήλιου», της «νύκτας- σελήνης», αλλά και των τεσσάρων εποχών, της άνοιξης, του καλοκαιριού, του φθινοπώρου και του χειµώνα. ∆ιάσπαρτοι, επιπλέον, είναι και κάποιοι πρωτοχριστιανικοί κίονες. Βόρεια θα θαυμάσει τον ναό του Αγίου Χριστοφόρου, που οικοδομήθηκε τα τελευταία χρόνια.

Για να µπει κανείς µέσα στη Μονή θα πρέπει να περάσει κάτω από το µεγαλόπρεπο κωδωνοστάσιο. Η βάση του σχηµατίζει µία θολωτή πόρτα, που είναι και η είσοδος στην εσωτερική αυλή του Μοναστηριού. Στο κέντρο του θόλου δεσπόζει η Μορφή της Παναγίας Αγάθωνης.
Η Μονή Αγάθωνος είναι ένα αρχιτεκτονικό κοµψοτέχνηµα. Είναι σταυροειδούς τρουλλαίου σύνθετου τετρακιόνιου Βυζαντινού- αγιορείτικου ρυθµού, δηλαδή σε σχήµα σταυρού και µε τέσσερις κολώνες στο εσωτερικό του. Περιλαµβάνει και τέσσερα µικρά παρεκκλήσια, που εξέχουν από το κυρίως κτίσµα
Η ιστορία της Μονής Αγάθωνος χάνεται στα βάθη των αιώνων. Οι πληροφορίες για την ίδρυσή της είναι ελάχιστες. Κατά την παράδοση ιδρύθηκε από τον µοναχό Αγάθωνα, προς τιµή του οποίου οι µετέπειτα µοναχοί έδωσαν στη Μονή το όνοµά του. Η παράδοση θέλει πως το παλαιό Μοναστήρι, που ασκήτευε ο Όσιος Αγάθωνας και βρισκόταν στα όρια των γειτονικών χωριών Λυχνού και Καστανιάς, υπέστη καθίζηση με αποτέλεσμα η εικόνα της Παναγίας να εξαφανιστεί, για να βρεθεί αργότερα σε φωτόλουστη σπηλιά και εκεί, κοντά στη σημερινή του θέση να κτιστεί το επιβλητικό μοναστήρι. Εκεί, ασκήτευε ο μοναχός Αγάθωνας ενώ μετά τον θάνατό του το μοναστήρι μετονομάστηκε από τους μοναχούς λαμβάνοντας το όνομά του.
Ωστόσο, φαίνεται ότι οι πρώτοι που ίδρυσαν το Μοναστήρι ήταν οι Όσιοι Συµεών και Θεόδωρος.
Η Μονή Αγάθωνος βρίσκεται σε περίπου 5 χιλιόμετρα απόσταση από την Υπάτη. Στους τοίχους του ναού υπάρχουν πολλές αγιογραφίες, που ανάγονται στον 15ο, 16ο, 17ο, 18ο και 19ο αιώνα και έχουν µεγάλη καλλιτεχνική αξία. ∆υστυχώς έχουν καταστραφεί σε µεγάλο ποσοστό, κυρίως από τη φωτιά που έβαλαν οι Τούρκοι με το Δράμαλη, το 1822. Οι τοιχογραφίες του κυρίως ναού γενικά είναι νεότερες, γιατί έχουν αντικαταστήσει τις παλιές που είχαν αλλοιωθεί. Το τέµπλο καταστράφηκε πριν πολλά έτη και αντικαταστάθηκε από το σηµερινό ξυλόγλυπτο.
Με µία πρώτη ματιά ο επισκέπτης θα παρατηρήσει την κεντρική Εκκλησία, το Καθολικό της Μονής, και γύρω γύρω τα κελιά των µοναχών και τους διάφορους βοηθητικούς χώρους. Αξιοπρόσεκτα επίσης είναι το αρχονταρίκι της Μονής, το Ηγουµενείο, το Επισκοπείο και το παρεκκλήσι των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης. Τα κελιά της νοτιοδυτικής πλευράς χρησιµοποιούνται ως ξενώνας για τους προσκυνητές της Μονής. Στη γωνία που σχηµατίζεται από τη νότια και τη δυτική πλευρά έχει διαµορφωθεί µία αίθουσα σε ναΐδριο παλαιοχριστιανικού τύπου προς τιµήν της Αγίας Τριάδας. Εκεί βρίσκονται το Σκευοφυλάκιο και η Βιβλιοθήκη της Μονής. Πρέπει να σηµειωθεί ότι όλα τα κτίσµατα, εκτός από το Καθολικό της Μονής και το µεγαλόπρεπο Καμπαναριό, έχουν δηµιουργηθεί τα νεότερα χρόνια, χωρίς όµως να αλλοιώνουν την αίσθηση της παλιάς µοναστηριακής αρχιτεκτονικής ∆εξιά είναι τοποθετηµένη εικόνα της Παναγίας, αγνώστου προσωνυµίας, την οποία έφεραν οι πρόσφυγες της Μικράς Ασίας και την δώρισαν στο Μοναστήρι. Αριστερά είναι τοποθετηµένη η Θαυµατουργή Εικόνα της Παναγίας, που βρήκε ο Αγάθωνας, γεµάτη από τα αφιερώµατα και τα τάµατα των πιστών, που προστρέχουν σε Αυτή για να τους βοηθήσει και να τους παρηγορήσει.
Το χρώµα του προσώπου Της είναι αχνό µαύρο και µάλλον οφείλεται στην φωτιά που έβαλαν οι Τούρκοι στο Μοναστήρι το 1822. Η φιλοτέχνηση της εικόνας αποδίδεται στον Ευαγγελιστή Λουκά, ο οποίος όπως είναι γνωστό ζωγράφισε την Παναγία όσο ζούσε και της έδειχνε µάλιστα και τις εικόνες του. Ο Ναός περιλαµβάνει και τέσσερα παρεκκλήσια.

Τα δύο ανατολικά, της Μεταµορφώσεως του Σωτήρος και των Αγίων Αποστόλων, είναι µικρότερα από τα δυτικά, του Αγίου Χαραλάµπους και του Αγίου Ιωάννου του Προδρόµου, Στο παρεκκλήσιο του Αγίου Χαραλάµπους βρίσκεται στις µέρες µας και το σκήνωµα του Πατέρα Βησσαρίωνα. Στο χώρο του Αγίου Βήµατος και Βορειοανατολικά είναι το παρεκκλήσιο της Μεταµορφώσεως του Σωτήρος, που γιορτάζεται πανηγυρικά στις 6 Αυγούστου, που είναι η µέρα της ανευρέσεως της Εικόνας της Παναγίας από τον µοναχό Αγάθωνα. Οι τοιχογραφίες του είναι οι πιο παλιές. Παλιές είναι και οι τοιχογραφίες του παρεκκλησίου των Αγίων Αποστόλων. Στη βόρεια πλευρά του οικοδοµικού συγκροτήµατος, ανάµεσα στα κελιά των µοναχών και το Επισκοπείο υπάρχει το παρεκκλήσι των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης, σε ρυθµό µονόκλιτης Βασιλικής.. Στη νοτιοδυτική πλευρά της Μονής βρίσκεται το παρεκκλήσι της Αγίας Τριάδας.
Κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας, και κυρίως κατά το 16ο αιώνα, είναι γνωστό ότι λειτούργησε στη Μονή το Κρυφό Σχολειό. Οι λόγιοι καλόγεροι της Μονής δίδασκαν στα παιδιά της περιοχής, σε µία περίοδο πνευµατικού σκοταδισµού. Το σχολείο διατηρήθηκε στο Μοναστήρι έως τις αρχές του 18ου αιώνα. Η Μονή είχε πολλά κτήµατα, λειβάδια και τσιφλίκια. Μάλιστα ως τσιφλίκια είχε τρία χωριά ολόκληρα, το Λυχνό, το Λιάσκοβο και το Μούσδροβο, που στη συνέχεια µετονοµάστηκε σε «Περιβόλι».
Στο Μοναστήρι λειτούργησε στα χρόνια της σκλαβιάς και η περίφηµη Σχολή Αγάθωνος. Σε αυτή δίδαξαν επιφανείς λόγιοι και µορφωµένοι µοναχοί σε πολλούς µοναχούς, ιερείς, αλλά και κατοίκους της περιοχής. Η Σχολή, µετά το σεισµό που κατέστρεψε το Μοναστήρι, µεταφέρθηκε στην Υπάτη στις πρώτες δεκαετίες του 18ου αιώνα.
Η Μονή µέσα από την πνευµατική αφύπνιση πέτυχε να ισχυροποιήσει και το ηρωικό πατριωτικό πνεύµα και να ανυψώσει και το εθνικό φρόνηµα των κατοίκων της ευρύτερης περιοχής. Παράλληλα, όµως ενίσχυσε και τους απελευθερωτικούς αγώνες των κλεφταρµατωλών της Φθιώτιδας τόσο µε υλικά αγαθά, όσο ακόµα και µε την προσωπική συµµετοχή και την αυτοθυσία των µοναχών της, οι οποίοι συστρατεύθηκαν µε τους αγωνιστές του Πατρατζικιώτη οπλαρχηγού Μήτσου Κοντογιάννη.
Το Μοναστήρι υπήρξε το ληµέρι πολλών γνωστών και ηρωικών καπεταναίων της περιοχής, αρχίζοντας από τον πρώτο αρµατωλό Πατρατζικίου (=της Υπάτης), το Σπανό, έως τους τελευταίους, τους Κοντογιανναίους.
Με µια σύντοµη αναδροµή στο παρελθόν θα µπορούσε να παρατηρήσει κανείς ότι η εικόνα της περιοχής του Μοναστηριού πριν το 1950 ήταν τελείως διαφορετική σε σύγκριση µε την σηµερινή. Ύστερα από την ανοικοδόµηση νέων κτιρίων και τη διαµόρφωση του χώρου από τον Ηγούµενο Γερµανό ∆ηµάκο, η όψη της Μονής άλλαξε εντελώς. Με αξιοθαύµαστο ζήλο ο συγκεκριµένος Ηγούµενος µετέτρεψε το Μοναστήρι στη σηµερινή του µορφή.
Επί δεκαετίες ηγούμενος της Μονής διατέλεσε ο αρχιμανδρίτης Γερμανός Δη¬μά¬κος, ο θρυλικός αγωνιστής της Εθνικής Αντίστασης, ο «παπα-Ανυπόμονος», στενός συνεργάτης του Άρη Βελουχιώτη. Εκείνος όρκιζε τους αντάρτες στο Ευαγγέλιο ενώ το έργο του ήταν τόσο μεγάλο που εκατοντάδες πιστοί έσπευδαν εκεί για να τον δουν.
Γεννήθηκε στο Αγρίδι Γορτυνίας Αρκαδίας το 1912 και πέθανε πλήρης ημερών το 2004 στη μονή Αγάθωνος, όπου και ετάφη.
Εκτός από τη διαµόρφωση του χώρου στη Μονή Αγάθωνος, ο τότε Ηγούµενος Γερµανός ∆ηµάκος έχει να παρουσιάσει και ένα πλούσιο πνευµατικό και κοινωνικό έργο. Ίδρυσε πολλές Σχολές στο Μοναστήρι που λειτούργησαν και λειτουργούν ευεργετικά για την ίδια τη Μονή, για τους µαθητές που διδάχθηκαν, αλλά και για την ευρύτερη περιοχή του Νοµού Φθιώτιδας. Η Μονή έγινε πραγµατικά ένα κόσμημα για την περιοχή και την τοπική κοινωνία. Αρχικά, µε τη βοήθεια πάντα του ∆ασάρχη Λαµίας, Σεραφείµ Τσιτσά, δηµιούργησε το «∆ασικό Φυτώριο της Μονής Αγάθωνος» σε χώρο που παραχώρησε η Μονή. Ακολούθησε η ίδρυση της πολύ σηµαντικής «Γεωργοτεχνικής Σχολής της Μονής Αγάθωνος». Οι µαθητές αποκτούσαν σφαιρικές αλλά και ειδικές γνώσεις σε σχέση µε τα γεωργοκτηνοτροφικά. Ύστερα από την κατάργηση της Γεωργοτεχνικής Σχολής, στη Μονή ιδρύθηκε η «∆ασική Σχολή Θηροφυλάκων, ∆ασοφυλάκων και Πυροφυλάκων της Μονής Αγάθωνος». Θα πρέπει παράλληλα να προστεθεί και η δηµιουργία των πρότυπων Εκτροφείων «Ευγενών θηραµάτων» αλλά και «Παραδείσιων Πτηνών». Ακόµα και στις µέρες µας πολλά ζώα και πτηνά βρίσκουν καταφύγιο στους κόλπους του ειδυλλιακού περιβάλλοντος της Μονής
.Ο ακάµατος νους του τότε Ηγούµενου Γερµανού ∆ηµάκου αλλά και το προοδευτικό του πνεύµα και η εργατικότητά του έδωσαν νέα πνοή στη Μονή, αλλά και σε ολόκληρη την περιοχή. Αφού δηµιούργησε Φυτώριο, Γεωργική Σχολή, Σχολή ∆ασικής Εκπαίδευσης και Εκτροφεία Ευγενών Ζώων και Παραδείσιων Πτηνών, συνέλαβε την ιδέα της ίδρυσης στη Μονή ενός Μουσείου Φυσικής Ιστορίας της Οίτης.

Πραγµατικά, το βουνό της Οίτης ενδεικνυόταν για µία τέτοια προσπάθεια, αφού ήδη ένα µέρος του είχε κηρυχθεί ως Εθνικός ∆ρυµός .
Το Μουσείο Φυσικής ιστορίας της Οίτης είναι ένα διώροφο κτίριο, εµπλουτισµένο µε τη χλωρίδα και την πανίδα της Οίτης και παρέχει πληροφορίες που έχουν σχέση µε τη Γεωλογία, την Παλαιοντολογία, την Κλιµατολογία, την Εδαφολογία και την Οικολογία της περιοχής του Εθνικού ∆ρυµού Οίτης. Επίσης, στον ίδιο χώρο λειτουργεί και Μουσείο Εκτροφείου Θηραµάτων της Ιεράς Μονής Αγάθωνος. μτόχος του Μουσείου στο σύνολό του είναι να εµπνεύσει στον επισκέπτη τον σεβασµό και την αγάπη για τη φύση. Στον εξωτερικό χώρο του μουσείου έχει δημιουργηθεί ένας μικρός βοτανικός κήπος που περιλαμβάνει τα σημαντικότερα είδη χλωρίδας της Οίτης και αποτελεί το μοναδικό στο είδος του στην περιοχή. Το Μοναστήρι διαθέτει µία πολύ αξιόλογη βιβλιοθήκη, παρόλο που είχε υποστεί πολλές καταστροφές, όπως συνέβη µε την πυρπόληση της Μονής από τους Τούρκους αλλά και τις λεηλασίες και τις κλοπές τα επόµενα χρόνια. Παρ’ όλα αυτά, η βιβλιοθήκη του Μοναστηριού είναι µοναδική στο Νοµό Φθιώτιδας.
Το Μουσείο της Μονής Αγάθωνος διέθετε κατά καιρούς πάρα πολύ σπάνια εκθέµατα. Η συλλογή του αποτελούνταν από ιερά αντικείµενα της πίστης µας αλλά και από ιερά σύµβολα και κειµήλια του έθνους µας. Οι θησαυροί αυτοί δεν ήταν µόνο αντικείµενα του Μοναστηριού αλλά και άλλων Μονών, οι οποίες µε το βασιλικό διάταγµα του βασιλιά Όθωνα της 25ης Νοεµβρίου του 1833 διαλύθηκαν και έδωσαν ό,τι πολύτιµο είχαν στη Μονή Αγάθωνος. Ωστόσο, και το Μοναστήρι του Αγάθωνα είχε πολλές απώλειες από ληστείες και πυρκαγιές και έτσι τα πολύτιµα αντικείµενα µειώθηκαν δραµατικά. Όσα απέµειναν οργανώθηκαν στο µουσείο.
Τα λείψανα είναι ανεκτίµητος θησαυρός για κάθε Μονή, γιατί είναι αυτά που προστατεύουν τους µοναχούς αλλά και τους κατοίκους της περιοχής της. Πολλές φορές άλλωστε και οι κάτοικοι των κοντινών περιοχών της Μονής Αγάθωνος ζήτησαν από τους µοναχούς να τους στείλουν λείψανα από το Μοναστήρι για να θεραπευθούν από διάφορες ασθένειες.
Επίσης, στη Μονή Αγάθωνος υπάρχουν και διάφορα κειµήλια από τον απελευθερωτικό αγώνα του 1821. Είναι κυρίως οπλισµός διάφορων οπλαρχηγών, επιστολές και ενδυµασίες τους, αφού η Μονή υπήρξε το καταφύγιο τους στα σκληρά χρόνια του Αγώνα. Παράδειγµα αποτελούν οι δύο κουµπούρες του οπλαρχηγού του Πατρατζικίου, Μήτσου Κοντογιάννη, που αναγράφουν τη δωρεά τους:
Επίσης, στους θησαυρούς του Μουσείου της Μονής Αγάθωνος θα πρέπει να προσθέσουµε και τα διάφορα χειρόγραφα σε Αραβική γραφή, όπως τα τούρκικα φιρµάνια. Η Μονή Αγάθωνος γιορτάζει τρεις φορές το χρόνο.

Το µεγάλο πανηγύρι της είναι στις 6 Αυγούστου, Γιορτή της Μεταµορφώσεως του Σωτήρος. Το δεύτερο πανηγύρι, το µικρό πανηγύρι, όπως συνηθίζεται να λέγεται από τους προσκυνητές, γίνεται στις 15 Αυγούστου, γιορτή της Κοιµήσεως της Θεοτόκου, στην οποία είναι και αφιερωµένο το Καθολικό της Μονής. Το τρίτο πανηγύρι της Μονής είναι στις 10 Φεβρουαρίου, γιορτή του Αγίου Χαραλάµπους. Ο Άγιος Χαράλαµπος είναι ένας από τους πιο αγαπηµένους Αγίους της Φθιώτιδας. Ένα απ' τα τέσσερα παρεκκλήσια του Καθολικού, το βορειοδυτικό είναι αφιερωµένο στη µνήµη του. Εκεί βρίσκεται σήμερα το σκήνωμα του μοναχού Βησσαρίωνα του Αγαθωνίτη που εκοιμήθει το 1991 και κατά την εκταφή του, το 2006, το σώμα του βρέθηκε άφθαρτο. Τελικά ύστερα από εξέταση του σκηνώµατος από ιατροδικαστές η ∆ιαρκής Ιερά Σύνοδος αποφάσισε να παραµείνει άταφο το σκήνωµα του µοναχού Βησσαρίωνα στην Ιερά Μονή Αγάθωνος, ύστερα από συζήτηση ωρών. Το σκήνωµα τοποθετήθηκε στο παρεκκλήσιο του Αγίου Χαραλάµπους, αριστερά στην είσοδο του Καθολικού της Μονής, όπου βρίσκεται ακόµα και σήµερα. . Πλήθος κόσµου συρρέει και στις µέρες µας για να το προσκυνήσει, µολονότι η συζήτηση γύρω από το ζήτηµα έχει σε κάποιο βαθµό κοπάσει.
Ο µοναχός Βησσαρίωνας γεννήθηκε στο Πεταλίδι της Μεσσηνίας το 1908. Το όνοµά του «κατά κόσµον» ήταν Ανδρέας Κορκολιάκος.
Στη Μονή Αγάθωνος βρέθηκε στα 1955 και είχε Ηγούµενο τον Γερµανό ∆ηµάκο,.
Η προσφορά του όσο ζούσε ήταν πολύπλευρη. Η συνεχής μελέτη των ιερών βιβλίων, των κειμένων της Εκκλησίας μας, των βιβλίων του αναλογίου, είχαν κάνει τον πατέρα Βησσαρίωνα άνθρωπο ευρύτατα και βαθύτατα μορφωμένο θεολογικά.
Κάθε Σαρακοστή έφευγε από το Μοναστήρι με την ευχή του Γέροντα Γερμανού και έφτανε από τη μια άκρη του Νομού Φθιώτιδος στην άλλη. Πήγαινε σε όλα τα σπίτια και βοηθούσε. Πολλές φορές κοιμόταν και εκεί. Η περιοδεία του περιλάμβανε κατ΄ αρχήν την εξομολόγηση, για την οποία τον ανέμεναν με αδημονία σε όλα τα χωριά
Ο πατέρας Βησσαρίων ήταν και ο «κουβαλητής» του Μοναστηριού. Έβγαινε με την εικόνα της Παναγίας στα χωριά, όπου με λαχτάρα τον περίμεναν στους δρόμους οι πιστοί. Τελούσαν ακολουθίες, ο γέροντας τους εξομολογούσε, τους μιλούσε με λόγους πνευματικούς και εποικοδομητικούς και εκείνοι προσέφεραν από τα προϊόντα τους.
Εδώ θα καταθέσω και την προσωπική μου μαρτυρία για τον πατέρα Βησσαρίωνα. Ήμουν μικρή, περίπου επτά ετών, όταν ήλθε στο χωριό μου, τον Άγιο Σώστη Σπερχειάδας. Κουβαλούσε πάνω σε γαϊδουράκι την εικόνα της Παναγίας, την οποία εξέθεσε στο ναό του χωριού, τον Άγιο Νικόλαο, όπου και τελέστηκε ακολουθία με την παρουσία πολλών πιστών. Χαρακτηριστικό του μοναχού Βησσαρίωνα ήταν η φωνή του που ακούγονταν βραχνή και πολλή σιγανή, γιαυτό άλλωστε του είχε δοθεί το προσωνύμιο «ο παππάς ο βραχνός». Το βράδυ, αφού άφησε την εικόνα της Παναγίας στην εκκλησία, κοιμήθηκε στο σπίτι της θείας μου Αγγελικής Παχή, αδελφής της μητέρας μου Σοφίας. Το πρωί ο πατέρας Βησσαρίων, αφού εξομολόγησε όσους πιστούς του το ζήτησαν, μάζεψε τις προσφορές σε τρόφιμα (σιτάρι, καλαμπόκι, κριθάρι, πατάτες, λάδι κ.λ.π.) τα φόρτωσε στο γαϊδουράκι του, πήγε στην εκκλησία, πήρε την εικόνα της Παναγίας και ξεκίνησε για την επιστροφή του στο Μοναστήρι. Εντύπωση έκανε σε όλους μας το πράο ύφος του, το ισχνό σώμα του και το τριμμένο ράσο του.
Τα αγαθά που συγκέντρωνε ο μοναχός τα μοίραζε στα δύο. Ένα τμήμα το έφερνε στο Μοναστήρι για τις ανάγκες του, καθώς τότε λειτουργούσε η Γεωργοτεχνική Σχολή και η Ιερά Μονή φιλοξενούσε 82 άπορα παιδιά. Τα υπόλοιπα τα μοίραζε κατευθείαν στους φτωχούς. Γνώριζε ποιες ήταν οι ανάγκες κάθε οικογένειας και ανάλογα έκανε τη διανομή.
Ο Γέρων Βησσαρίων πέρασε τη ζωή του νουθετώντας, συμβουλεύοντας, διακονώντας με παντοειδείς τρόπους το ποίμνιο του Θεού. Ήταν ο καλός ποιμήν, που θυσίασε τη ζωή του υπέρ των προβάτων. Τα του κόσμου όλα τα θεωρούσε μάταια. Ήθελε να κερδίσει το Χριστό. Και τον κέρδισε, Ο πατέρας Βησσαρίων είναι σήμερα κοντά στον Κύριο, ο οποίος τον αντάμειψε με ιδιαίτερη τιμή. Δεν τον αγίασε απλά, του κράτησε το σώμα σε αφθαρσία, για να το δούμε όλοι εμείς και να πιστέψουμε, να συγκλονιστούμε.

Το έργο του Γερμανού Δημάκου συνέχισε ο μακαριστός σήμερα Αρχιμανδρίτης Δαμασκηνός Ζαχαράκης .Ο μακαριστός Ηγούμενος στη διάρκεια της Ηγουμενίας του αναδείχθηκε μία χαρισματική εκκλησιαστική μορφή που εξέπεμπε αγάπη, ταπεινότητα, πραότητα, σεβασμό, ευγένεια, περίσσευμα καρδιάς…,αρετές που σφράγισαν συνοπτικά την πληρότητα της προσωπικότητάς του. Ήταν λόγιος με ξεχωριστό ρητορικό, ποιητικό και συγγραφικό τάλαντο. Παρών σε χαρές και λύπες, ζέσταινε καρδιές, απάλυνε τον πόνο, έδινε ελπίδες. Υπήρξε παράδειγμα ζωής και διακονίας, έχαιρε γενικής εκτίμησης και άφησε ανεξίτηλα αποτυπώματα καλοσύνης.
Η μονή Αγάθωνος επίσης παραμένει αναλλοίωτη στο χρόνο. Με τη Θαυµατουργή Εικόνα της Παναγίας και µε τα Άγια Λείψανα που υπάρχουν σ' αυτή υπήρξε ανέκαθεν πόλος έλξης των ανθρώπων που ζητούν τη βοήθεια του Θεού για να γιατρέψουν κάποιο πρόβληµα υγείας τους ή γενικά να ξεπεράσουν διάφορα προβλήµατα στη ζωή τους .
Η Μονή είναι κοιτίδα χριστιανοσύνης σε όλη τη διάρκεια της ύπαρξής της. Εκεί κατέφευγαν, καταφεύγουν και θα καταφεύγουν οι πιστοί για να βοηθηθούν και να ξεπεράσουν τα προβλήµατά τους.

Φωτογραφία του 2006, με το σπιτάκι του Ηγούμενου να φαίνεται εκεί ψηλά

2009 σε ασπρόμαυρο


Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου